ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ
Σύντομα στα βιβλιοπωλείαCLAYTON M. CHRISTENSEN
Το δίλημμα του καινοτόμου
Όταν οι νέες τεχνολογίες οδηγούν άριστες εταιρείες στην αποτυχίαΜετάφραση: Παναγιώτης Δρεπανιώτης
Επιστημονική επιμέλεια: Γιάννης Σπανός
ΣΕΙΡΑ: Οικονομία / επίκαιρα θέματα
Διαβάστε τον πρόλογο στην ελληνική έκδοση
Το δίλημμα του καινοτόμου (The Innovator’s Dilemma) του Clayton Christensen κυκλοφόρησε το 1997 από τον εκδοτικό οίκο της Σχολής Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ (Harvard Business School), και από τότε γνώρισε επτά επανεκδόσεις, με πιο πρόσφατη το 2024. Πρόκειται για ένα από τα πιο σημαντικά και επιδραστικά ―ο Economist το έχει χαρακτηρίσει ως ένα από τα «κλασικά»― βιβλία στον ευρύτερο χώρο του μάνατζμεντ.
Με αυτό το βιβλίο ο Christensen εισήγαγε την έννοια της «διαταρακτικής καινοτομίας», που έκτοτε εισχώρησε στο λεξιλόγιο του μάνατζμεντ, είτε πρόκειται για την ακαδημαϊκή έρευνα και διδασκαλία είτε πρόκειται για αυτή καθαυτήν την άσκηση διοίκησης. Στην τελευταία συνέντευξη λίγο πριν από τον πρόωρο θάνατο του, ο Christensen περιγράφει τη διαταρακτική καινοτομία ως «[μια] διαδικασία κατά την οποία ένα προϊόν (ή μια υπηρεσία) που υποστηρίζεται από έναν τεχνολογικό καταλύτη αρχικά ριζώνει σε απλές εφαρμογές στο χαμηλό τμήμα μιας αγοράς ―συνήθως επειδή είναι λιγότερο δαπανηρό και πιο προσιτό― και στη συνέχεια κινείται δυναμικά προς τα επάνω (στο κύριο και ανώτερο τμήμα τς αγοράς), εκτοπίζοντας τελικά τους κυρίαρχους παίκτες του κλάδου».
Είναι σημαντικό να έχουμε κατά νου πως για τον Christensen η διαταρακτική καινοτομία δεν είναι κάποια επαναστατική τεχνολογία που αλλάζει δραματικά το πώς λειτουργεί μια αγορά, που βελτιώνει δραματικά ό,τι ήδη υπάρχει (ο Christensen αυτή τη μορφή καινοτομίας την ονομάζει «διατηρητική»). Αντίθετα, υποστασιοποιείται σε προϊόντα και υπηρεσίες που, στην αρχή τουλάχιστον, είναι υποδεέστερα από αυτά που προσφέρουν οι εδραιωμένες επιχειρήσεις του κλάδου. Το βασικό τους πλεονέκτημα συνίσταται στο ότι είναι πιο φθηνά, πιο απλά και πιο εύκολα στη χρήση, ικανοποιώντας τις ανάγκες συγκεκριμένων τμημάτων της αγοράς που είτε δεν χρειάζονται είτε δεν μπορούν να έχουν πρόσβαση στα ακριβότερα και περισσότερο πολύπλοκα προϊόντα που προσφέρουν οι ηγέτες του κλάδου.
Το κεντρικό, και ρηξικέλευθο, επιχείρημα του Christensen είναι πως συχνά σημαντικές επιχειρήσεις με ηγετική θέση σε έναν κλάδο αδυνατούν να αντιμετωπίσουν την πρόκληση που θέτει ενώπιόν τους μια διαταρακτική καινοτομία όχι γιατί δεν διοικούνται σωστά ή γιατί τους λείπουν οι πόροι ή η τεχνογνωσία αλλά γιατί, αντιθέτως, λειτουργούν απολύτως ορθολογικά. Τα ίδια ακριβώς χαρακτηριστικά που κάνουν ελκυστική μια διαταρακτική καινοτομία στο χαμηλό (low end) τμήμα της αγοράς είναι αταίριαστα με τις ανάγκες και τις προτιμήσεις της μεγάλης μάζας των καταναλωτών, που πάνω της στηρίζονται οι ηγέτιδες επιχειρήσεις. Είναι λογικό, επομένως, να υποβαθμίζουν τον κίνδυνο που αντιπροσωπεύουν οι αναδυόμενες διαταρακτικές καινοτομίες και να τις αγνοούν, επιλέγοντας αντίθετα να εμβαθύνουν και να επεκτείνουν τη δεδομένη τεχνολογική τους υπεροχή σε περιοχές που τους είναι οικείες, προσπαθώντας να ανταποκριθούν στις πιέσεις που έτσι κι αλλιώς δέχονται από τους άμεσους και ισχυρούς ανταγωνιστές τους.
Σύμφωνα με τον Christensen, μια τέτοια ορθολογική στρατηγική συχνά οδηγεί στην αποτυχία, διότι οι επιχειρήσεις που εισάγουν τις διαταρακτικές καινοτομίες συνήθως κινούνται σταδιακά «προς τα επάνω», βελτιώνοντας τα προϊόντα τους και καθιστώντας τα ελκυστικά για τα κύρια τμήματα της αγοράς. Έτσι, ό,τι στην αρχή έμοιαζε να είναι μια περιθωριακή εξέλιξη καταλήγει στην πορεία να γίνει μια απειλή που αμφισβητεί την κυριαρχία των εδραιωμένων επιχειρήσεων, απειλή που συχνά αυτές αδυνατούν να αντιμετωπίσουν διότι πλέον οι κανόνες του παιχνιδιού έχουν αλλάξει.
Υπάρχουν τουλάχιστον δύο τρόποι για να «διαβάσει» κάποια ή κάποιος το Δίλημμα του καινοτόμου. Σε ένα πρώτο επίπεδο, η θεωρία προσφέρει «εργαλεία» για εκείνες και εκείνους που ασκούν διοίκηση, ιδίως όσον αφορά τη στρατηγική και την καινοτομία. εργαλεία τόσο για τις μικρές επιχειρήσεις που θα ήθελαν να «διαταράξουν» μια παγιωμένη αγορά, όσο και για τους μεγάλους οργανισμούς που θέλουν να υπερασπιστούν τη δεσπόζουσα θέση τους. Σε ένα δεύτερο επίπεδο, αποτελεί μια εκλεπτυσμένη ανάλυση των μηχανισμών κίνησης της τεχνολογικής αλλαγής. Κατά τη γνώμη μου, ο Christensen συνεχίζει και επεκτείνει την προβληματική της δημιουργικής καταστροφής του Schumpeter, μεταφέροντας το επίπεδο ανάλυσης από τους μακρομετασχηματισμούς του καπιταλιστικού συστήματος στους αιτιώδεις μηχανισμούς που επενεργούν στο επίπεδο του κλάδου και της επιχείρησης. Και αυτοί οι μηχανισμοί, μας λέει ο Christensen, υπακούν στις ίδιες θεμελιώδεις αρχές και απαντούν στα ίδια ερωτήματα, είτε πρόκειται για την αναλογική είτε πρόκειται για την ψηφιακή εποχή.
Κλείνοντας, θα ήθελα να σημειώσω πως για τον Christensen η διαταρακτική καινοτομία ως αναλυτικό εργαλείο δεν αφορά μόνο τον κόσμο των επιχειρήσεων. Στα χρόνια που μεσολάβησαν από την πρώτη έκδοση του Διλήμματος του καινοτόμου επέκτεινε, σε συνεργασία με άλλους ερευνητές, το πεδίο εφαρμογής της θεωρίας του για να συζητήσει και να προτείνει λύσεις σε φλέγοντα ζητήματα, όπως είναι η ανάπτυξη και η ευημερία σε επίπεδο εθνικής οικονομίας, η εκπαίδευση και τα συστήματα υγείας. Η διαταρακτική καινοτομία μπορεί να αποτελέσει εργαλείο «για έναν καλύτερο κόσμο», διατείνεται ο Christensen, και έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον να ακούσουμε όσα έχει να μας πει.*
Γιάννης Ε. Σπανός
Καθηγητής Επιχειρησιακής Στρατηγικής
Τμήμα Διοικητικής Επιστήμης & Τεχνολογίας
Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Μάρτιος 2024
Ο Clayton Magleby Christensen (1952–2020) ήταν αμερικανός οικονομολόγος και σύμβουλος επιχειρήσεων, τακτικός Καθηγητής Διοίκησης Επιχειρήσεων στην έδρα Kim B. Crark της Σχολής Επιχειρήσεων του Χάρβαρντ. Η συνεισφορά του στο πεδίο της θεωρίας και πρακτικής της επιχειρηματικής καινοτομίας υπήρξε ανυπολόγιστη.
Η ιδέα της διαταρακτικής καινοτομίας θεωρείται ευρέως μία από τις σημαντικότερες που εμφανίστηκαν στο πεδίο αυτό μέσα στον 20ό αιώνα. Τακτικός αρθρογράφος στο περιοδικό Harvard Business Review, δημοσίευσε πάνω από 100 επιστημονικές εργασίες. Έγραψε επίσης 12 βιβλία, μεταξύ άλλων και τα εξής: The Innovator’s Solution – Creating and Sustaining Successful Growth (2003), Seeing What’s Next – Using the Theories of Innovation to Predict Industry Change (2004), Disrupting Class – How Disruptive Innovation Will Change the Way the World Learns (2008). Το 2010 διαγνώστηκε με λευχαιμία, από την οποία πέθανε 10 χρόνια αργότερα.
Γεννημένος στην Πολιτεία Γιούτα των ΗΠΑ, ο Clayton M. Christensen υπήρξε σε όλη του τη ζωή δραστήριο μέλος της Εκκλησίας των Μορμόνων, ξεκινώντας από ιεραπόστολος στη Νότια Κορέα (1971–1973) και φθάνοντας μέχρι τη θέση του επισκόπου. Το 2013 δημοσίευσε το βιβλίο The Power of Everyday Missionaries – The What and How of Sharing the Gospel.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου