Θάλαμος ανανήψεως. Μικρά Ασία, Πολυτεχνείο, Κύπρος, Μνημόνια
Συγγραφέας: Πέπη ΡηγοπούλουIsbn:978-960-579-023-3
Σελίδες: 264
Λέξεις κι ύστερα εικόνες κι έπειτα αισθήσεις και μνήμες που «παλεύουν» να ξυπνήσουν από τον λήθαργο του χρόνου, που -για πολλούς- θαρρείς έφυγαν αιώνες πριν.
Είτε επειδή δεν τις βίωσες ποτέ κι ήταν δανεικές, «προγονικές», και κάποιοι άλλοι τις κουβάλησαν από το παρελθόν και στις φόρτωσαν ευλογημένη καμπούρα στην πλάτη σου, είτε πάλι επειδή τις βίωσες, αλλά προτίμησες να τις βάλεις στην κατάψυξη από το να τις κρατάς στη συντήρηση... Το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: αυτές οι μνήμες «φυλακίσθηκαν» τεχνηέντως για να αποδομηθούν και να πάψουν να προκαλούν πόνο, μπορεί και αιδώ. Όμως, η ευζωία του «σήμερα» χωρίς το χθες είναι μεγάλη παγίδα. Γιατί η ιστορία είναι το πεδίο που πατάει ο χρόνος για να εξελίξει τη ζωή. Κι επειδή η ιστορία επαναλαμβάνεται, αλίμονο σ΄εκείνους που την κρατούν σε κώμα. Όταν η ζωή πάρει στροφή, εκπλήσσονται με τη γνώριμη εικόνα, που συναντούν. Το «deja vu» είναι μια οικεία υπόθεση στην ελληνική ιστορία.
Γι αυτό το πισωγύρισμα της μνήμης, την αναβίωση ταυτόσημων καταστάσεων και συναισθημάτων, «μιλά» το νέο βιβλίο της καθηγήτριας στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ, Πέπης Ρηγουπούλου.
Μ΄έναν τίτλο -«Θάλαμος ανανήψεως. Μικρά Ασία, Πολυτεχνείο, Κύπρος, Μνημόνια»- που θαρρείς «αποτυπώνει» τον αγωνιώδη χρόνο της μετάβασης από το σκοτάδι στο φως, η καθηγήτρια του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, «επιχειρεί» ενάντια στην απαγόρευση και τον κατακερματισμό της μνήμης, των σωμάτων και της ζωής. Διατρέχοντας τον χρόνο από τη Μικρασιατική Καταστροφή, όπως την κληρονόμησε από τις αφηγήσεις των προσφύγων γονιών της («πένθος προγονικό»), στο Πολυτεχνείο, την Κύπρο και τα μνημόνια του σήμερα («πένθος πια δικό μου»), που η ίδια ζει μαζί με όλους τους υπόλοιπους Έλληνες.
Ο «θάλαμος» είναι λέξη, που πολλούς τους παραπέμπει σε κάτι αόριστο και ζοφερό. Είναι «αερίων», «σκοτεινός», «νεκρικός», «νοσηλείας». Το μυαλό και η ψυχή οδηγούν στην ερμηνεία του. Κι όταν αυτά είναι καθαρά, ο «θάλαμος» μπορεί να είναι «αποσυμπίεσης», «νυφικός», «ανανήψεως» καλή ώρα.
Η συγγραφέας, τηρώντας τους κανόνες της μυθοπλασίας, με την μαστοριά του γραπτού της λόγου, συνθέτει βιώματα, μαρτυρίες, ιστορικά ντοκουμέντα, στήνοντας σχεδόν έναν αραχνοϋφαντο ιστό, που δεν επιχειρεί να παγιδεύσει, αλλά να αφυπνίσει. Να «ανανήψει» συνειδήσεις και να ξυπνήσει υπνωμένα ένστικτα αυτοσυντήρησης.
«Οριζόντιες διαδρομές από το χειρουργείο προς τον θάλαμο ανανήψεως. Ξανά και ξανά. Ανάνηψη, ανάδυση της μνήμης» σημειώνει στο οπισθόφυλλο του βιβλίου της.
Κι είναι αυτό ακριβώς. Το «ξανά και ξανά», η «ανάδυση της μνήμης», που δεν έχει πια σημασία αν δεν τη βίωσες τότε. Σημασία έχει ότι ζεις σ΄ένα σχεδόν πανομοιότυπο σήμερα.
Το θεμελιώδες ερώτημα είναι «σφινωμένο» στις αράδες του Θαλάμου Ανανήψεως: «Τι είναι αυτό που μετράει στην ψυχή του καθενός μας, οι ώρες της εξέγερσης ή αυτές της υποταγής;».
Περνάει στωικά και σχεδόν μυθιστορηματικά, τα χρόνια της Μικρασίας, δρασκελίζει προσωπικά το κατώφλι του Πολυτεχνείου και της Κύπρου και στο τελευταίο κομμάτι του βιβλίου της με πλάγιο «Η Μεταπολίτευση» η συγγραφέας βρίσκει το. πεδίο της, γιατί άλλωστε είναι εκεί, ζει, κρίνει, αναθεματίζει. Ως «χωνευτήρι» συνειδήσεων αντιμετωπίζεται πια από το παρόν το πρόσφατο παρελθόν και προκαλεί τον πόνο και την οργή της. Όλα έχουν ξαναβαφτιστεί, όλα έχουν μεταλλαχθεί και η εικόνα του σήμερα είναι ο παραμορφωτικός καθρέφτης του χτες.
Κι ο επίλογος της είναι και το μήνυμά της: «.Κάθε άνθρωπος έχει να πει μια ιστορία. Δεν θυμάμαι ποιος το έχει πει αυτό. Μπορεί να το έχω ακούσει και από εμένα. Αν μπορούσαμε να ακούσουμε όλες αυτές τις ιστορίες, δεν θα υπήρχε τόπος για τις μύγες. Αν μαθαίναμε να μιλάμε αλλιώς, χωρίς τη μάταιη υπερβολή που κλέβει τη συγκίνηση και ευτελίζει την πράξη. Αν προσπαθούσαμε να μη λέμε ψέματα στον εαυτό μας.».
Τόνια Μανιατέα